Πολύ καιρό τώρα ήθελα να μιλήσω γι αυτό –θές επειδή βρίσκομαι πιά μακριά απ’ την πατρίδα, την οποία μέχρι τώρα δεν είχα εγκαταλείψει για τόσο μεγάλο διάστημα ποτέ, θές επειδή όπου και να βρεθώ συχνά πυκνά αναφέρομαι στις συνήθειές μας, είτε μου ξεφεύγουν κάτι θεσσαλονικιώτικα και όλοι χαμογελούν, δηλονότι καταλαβαίνουν.
Μα περισσότερο πιστεύω ότι με παρακίνησε η μετάδοση εκ δημοσιογραφικών χειλέων της είδησης, ότι προπηλακίστηκαν βουλευτές στην αγορά Καπάνι της Θεσσαλονίκης, όπου είχαν μεταβεί για την καθιερωμένη βόλτα παραμονές γιορτών δήθεν και καλά μαζί με τον απλό κόσμο κι έτσι.
Και νταξ, δηλαδή, ο άνθρωπος σχολίασε και ίσως άφησε και υπονοούμενα γιατί να προπηλακίζονται κοτζάμ βουλευτές, τέλος πάντων. Όταν όμως ήρθε η ώρα να το πει εκείνο το έρμο το Καπάνι, (λένε πως) ελησμόνησε να ρωτήσει έναν θεσσαλονικέα συνάδελφο, έναν κάτοικο, μια γάτα, κάτι, πώς τονίζεται αυτό το εξωτικό μέρος. Και (λένε πως) το ονομάτισε γαλλιστί.
Ακούστε λίγο. Ναι μεν είμαστε ένα μέρος όπου όλοι όσοι δε μένουν εκεί θα ήθελαν να ζουν, αλλά πάνε και ζουν αλλού. Ναι μεν είμαστε ένα σημείο στο χάρτη, περι του οποίου πολλά ελέχθησαν και ευελπιστούμε να λεχθούν και στη συνέχεια, ήτοι η νύφη και το στολίδι του Θερμαϊκού και όλα τα συμπαρομαρτούντα, εκείνα με τα κρεβάτια και τα κομοδίνα και λοιπά έπιπλα – ακόμα κι αν δε μας έχουν δώσει ποτέ διευθύνσεις και τηλέφωνα, οκέυ. Ναι μεν είχαμε, επί σειρά ετών, σαν προμετωπίδα, πώ ρε τι ωραία η Σαλονίκη και βασικά τα Λαδάδικα. Και επίσης, να δεχθώ ότι έχουμε και γεύσεις και τσίπουρα και ολοήμερα γλέντια και ζουρνάδες και νταούλια και όλα αυτά τα γραφικά. Αλλά: αν τόσο πιά σας αρέσει το μέρος και είστε τόσο φαν και δεν μπορείτε χωρίς μια ωραία βόλτα κατά τα μέρη μας κάθε τόσο, τουλάχιστον φροντίστε να μάθετε κάπως, λέω εγώ τώρα, τις ονομασίες και τα παρατσούκλια κάθε περιοχής που έρχεστε και ευφραίνεσθε. Εκείνη η έρμη η στοά Μοδιάνο, όπου μέχρι και πρωθυπουργός έχει καθήσει και έχει πιεί μια πορτοκαλάδα άσπρο πάτο, τα Λουλουδάδικα και το Μπεζεστένι, το Καραβάν Σαράϊ, το «καινούργιο» στέκι στην αγορά των παλαιοπωλών, και πιο πάνω την περιοχή του Διοικητηρίου και την Άνω Πόλη και το Τσινάρι. Και την πλατεία Άθωνος, και το κατηφορικό ποτάμι της Γούναρη και το μισοβουλιαγμένο κατάρτι της Νέας Παναγίας στα Ηλύσια.
Κι αν σας ξενίζουν κάποια από αυτά τα ονόματα, βρείτε τον τρόπο να τα μάθετε. Λέω, αν σας αρέσουν και σας φέρνουν πράγματι γλυκειά γεύση στο μυαλό. Μη μας ξεφουρνίζετε, παρακαλώ, τις ονομασίες μας «ωχ, το μάτι μου», διότι κι εμείς ανθρώποι είμαστε και κάπου μας εκνευρίζει όλη αυτή η παραλλαγή περί εξωτικού βορρά και παραπάνω δεν το ψάχνομε, διότι σιγά μη με γνοιάζει εμένα κατά πού πέφτει το Καπάνι. Και γιατί να το λένε έτσι.
Την άλλη φορά που θα είμαι και εγώ εκεί (ίσως), να έρθετε να περιηγηθείτε σ’ αυτή την αγορά, το Καπάνι. Θα σας συστήσω και τον φούρνο και εκεί που ήταν ο ψαράς Ευθύμης και τον αυγουλά απ’ όπου ψώνιζε η μάνα μου, και ο χασάπης την έλεγε «μαδάμ», εξ ού και στην ατζέντα των τηλεφώνων της για τις παραγγελίες τον είχε στο Μ. Και μπορεί να βγάλετε και μια σέλφι.
Στα Λαδάδικα όχι, δε θα πάμε. Αυτά τα ξέρετε και από μόνοι σας. Thanks.