Θα ήταν ιεροσυλία για μένα να μήν ξεκινούσα τα κομμάτια-αφιερώματα που θα κάνει ο καθένας από μάς εδώ στο karntasia.local, με την πολυαγαπημένη μου εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Ουρουγουάης. Τους σκληρούς μαχητές αλλά συνάμα πάντα τεχνίτες (ώς λατινοαμερικάνοι που σέβονται τον εαυτό τους) Ινδιάνους, οι οποίοι τράβηξαν την προσοχή μου λόγω της πολύ ιδιαίτερης σημαίας τους και της συμπαθητικής ομάδας που είχαν τότε στο Pro. Ο Dario Silva και ο γίγαντας Alvaro Recoba ήταν τα μεγαλύτερα πουλέν εκείνης της ομάδας, με την οποία συνδέθηκα και την υποστήριζα όπου την έβλεπα.
Φυσικά αργότερα όταν ήρθε κι ο Pablo Garcia στον ΠΑΟΚ, ο καλύτερος ξένος που είδα εγώ αγωνιζόμενο με την ομάδα μου, οι δεσμοί βάθυναν περισσότερο και, μιάς και είχα αρχίσει να μεγαλώνω και να ψάχνομαι περισσότερο, έψαξα να βρώ τι είναι αυτό που κάνει τόσο ξεχωριστούς μπαλαδόρους αυτούς τους νευριασμένους τύπους με τις μαλλούρες(κατά κύριο λόγο).
Η Ουρουγουάη είναι για μένα η μεγαλύτερη ποδοσφαιρική δύναμη στον κόσμο, αναλογικά με τον πληθυσμό της. Η μικροσκοπική αυτή χώρα που στέκει στριμωγμένη ανάμεσα στα δύο μεγαθήρια (όχι μόνον ποδοσφαιρικά) της Λατινικής Αμερικής, την Αργεντινή και τη Βραζιλία, αριθμεί σήμερα περίπου 3.5 εκατομμύρια κατοίκους. Ναί, αυτή η ποδοσφαιρική υπερδύναμη, έχει σχεδόν τους μισούς κατοίκους της Αθήνας!
ΠΑΓΚΟΣΜΙΕΣ ΔΙΑΚΡΙΣΕΙΣ
Η Ουρουγουάη ήταν η πρώτη πραγματική ποδοσφαιρική υπερδύναμη που γνώρισε ποτέ ο πλανήτης. Μιά ομάδα που θάμπωνε τα, απαίδευτα ακόμη σε αυτό το νεόκοπο άθλημα με τη μπάλα, πλήθη κατά τη δεκαετία του ’20. Η ομάδα εκέινη της Σελέστε(γαλάζια στα ισπανικά, απο το χρώμα της φανέλας της), αποτελούνταν από παίκτες ερασιτέχνες οι οποίοι για το βιοπορισμό τους δούλευαν ώς χασάπηδες, πωλητές πάγου και άλλα καθημερινά επαγγέλματα. Αυτό όμως δέ τους εμπόδιζε να παίζουν ένα εντυπωσιακό ποδόσφαιρο, που ο πλανήτης ώς εκείνη την εποχή δέν είχε ξαναδεί, παίρνοντας κάθε αντίπαλο παραμάζωμα στο διάβα τους. Αφού πήραν άδεια από τις δουλειές τους, οι ερασιτέχνες αθλητές της εθνικής Ουρουγουάης, ταξίδεψαν επί δύο ολόκληρους μήνες το 1924 για να φτάσουν στη Γαλλία και να διεκδικήσουν ένα ολυμπιακό μετάλλιο, η οποία ήταν και η ανώτερη διάκριση για μία εθνική ομάδα ποδοσφαίρου, καθώς δέν είχαν ξεκινήσει ακόμη τα παγκόσμια κύπελλα. Αφού σκόρπισαν την πανίσχυρη Γιουγκοσλαβία στο πρώτο παιχνίδι με 7-0 και ξεπέρασαν εύκολα με 3-0 το εμπόδιο των Ηνωμένων Πολιτειών, ήρθε η ώρα να αντιμετωπίσουν τους οικοδεσπότες Γάλλους. Το τελικό 1-5 επισκιάστηκε από μία ενέργεια ενός συγκεκριμένου παίκτη. Ενός παίκτη που όμοιό του δέν είχε δεί ξανά ο κόσμος , του Χοσέ Αντράντε. Ο Αντράντε ήταν ο πρώτος μαύρος παίκτης που έγινε γνωστός σε παγκόσμιο επίπεδο και, εν πολλοίς, το χρωστά στην απίστευτη ενέργειά του σε εκείνο τον αγώνα την 1η Ιουνίου του 1924, όπου ξεκινώντας πολύ πίσω από τη σέντρα πέρασε 7 αντιπάλους, σε μιά κούρσα σχεδόν 75 μέτρων! Λεπτομέρεια: Καθ’όλη τη διάρκεια της κούρσας, η μπάλα βρίσκονταν στο κεφάλι του ‘’Μαύρου θαύματος’’, όπως τον χαρακτήρισε ο τύπος της εποχής! Ακόμα και το μπλαζέ κι απαιτητικό γαλλικό κοινό, το οποίο δυσκολεύονταν ακόμη να καταλάβει και να παθιαστεί με το ποδόσφαιρο, αναγκάστηκε να σηκωθεί και να χειροκροτήσει όρθιο τον άνθρωπο για τον οποίο ο τεράστιος Εντουάρντο Γκαλεάνο στο βιβλίο του ‘’Καθρέφτες’’ γράφει: ‘’Με το ίδιο περήφανο βάδισμα και το αφηρημένο βλέμμα κρατούσε τη μπάλα δεμένη στο πόδι του, κάνοντας τους αντιπάλους να χορεύουν και χόρευε τανγκό κρατώντας τη γυναίκα κολλητά στο κορμί του’’.
Ο Χοσέ Αντράντε
Η ολυμπιακή ομάδα της Ουρουγουάης έφτασε τελικά στον αγώνα για το χρυσό μετάλλιο, επικρατώντας εύκολα της Ελβετίας με 3-0. Η επιτυχία επαναλήφθηκε και 4 χρόνια αργότερα, όταν στις 13 Ιουνίου του 1928 κέρδισε την αιώνια αντίπαλό της, την Αργεντινή με 2-1, στον δεύτερο τελικό, αφού ο πρώτος είχε λήξει ισόπαλος με 1-1 και τότε προβλέπονταν από τους κανονισμούς επαναληπτικός, αφού δεν υπήρχε παράταση και πέναλτι.
Οι απανωτές επιτυχίες της Σελέστε την εδραίωσαν, όπως είπαμε παραπάνω, ώς τη μεγαλύτερη ποδοσφαιρική δύναμη της εποχής. Αυτό ήταν κατά κύριο λόγο που έπεισε τη FIFA να της αναθέσει τη διοργάνωση του Πρώτου Παγκοσμίου Κυπέλλου ποδοσφαίρου το 1930. Οι Ουρουγουανοί γιόρταζαν τη συμπλήρωση 100 χρόνων από την ίδρυση της δημοκρατίας τους και ήθελαν η χρονιά να σημαδευτεί από ένα σημαντικό γεγονός, όπως ένα μουντιάλ. Η κατασκευή του ιστορικού ‘’Σεντενάριο’’ σημάδεψε τη χρονιά εκείνη. Ένα γήπεδο-ναός του ποδοσφαίρου, χωρητικότητας 90.000 θεατών, το οποίο κατασκευάστηκε με την αδιάκοπη εργασία 15.000 ανθρώπων μέρα-νύχτα, ούτως ώστε να είναι έτοιμο το στάδιο στον χρόνο-ρεκόρ των 8 μόλις μηνών.
Το στάδιο “Σεντενάριο”
Σε αυτό το στάδιο παίχτηκε και ο πρώτος τελικός στην ιστορία των παγκοσμίων κυπέλλων. Στις 30 Ιουλίου του 1930, η Ουρουγουάη αντιμετώπισε ακόμη μία φορά την ορκισμένη αντίπαλό της, την ομάδα της Αργεντινής. Τελικό σκόρ 4-2 και η Ουρουγουάη γίνεται η πρώτη παγκόσμια πρωταθλήτρια!
Η επόμενη μεγάλη στιγμή της Σελέστε έρχεται 2 δεκαετίες μετά. Στο πρώτο μεταπολεμικό μουντιάλ, στη γειτονική Βραζιλία, η Ουρουγουάη θα στεφθεί ξανά πρωταθλήτρια κόσμου και αυτό που έχει μείνει στην ιστορία από αυτό το παγκόσμιο κύπελλο είναι ο τελευταίος αγώνας του τελικού ομίλου(αφού για πρώτη και τελευταία φορά είχε αλλάξει το σύστημα διεξαγωγής του τουρνουά και δέν υπήρχαν ημιτελικοί και τελικός, αλλά ένα γκρούπ 4 ομάδων, από τις οποίες όποιος συγκέντρωνε τους περισσότερους βαθμούς σε αυτό το μίνι πρωτάθλημα, θα κέρδιζε το κύπελλο). Η Βραζιλία είχε σκορπίσει τους πάντες, σκοράρωντας 21 γκόλ στους 5 αγώνες που είχε δώσει προηγουμένως στο Μουντιάλ. Έτσι λοιπόν ο τελευταίος αγώνας έμοιαζε με τυπική διαδικασία πρίν τη στέψη των ‘’Καριόκας’’. 200.000 Βραζιλιάνοι(ο μεγαλύτερος αριθμός θεατών ποτέ σε ποδοσφαιρικό παιχνίδι) μαζεύτηκαν εκείνο το απόγευμα της 16ης Ιουλίου του 1950 στο μεγαλοπρεπές Μαρακανά του Ρίο ντε Τζανέιρο, για να δούν από κοντά τη Βραζιλία να στέφεται παγκόσμια πρωταθλήτρια. Υπήρχε διάχυτη η πεποίθηση ότι τίποτε δέν μπορούσε να πάει στραβά κι ότι στο τέλος του παιχνιδιού, η Βραζιλία(που της αρκούσε μιά ισοπαλία για να στεφθεί πρωταθλήτρια) θα κέρδιζε το κύπελλο. Αυτή ήταν κι η ποδοσφαιρική ύβρις που συντελέστηκε εκείνο το απόγευμα, η γνωστότερη παγίδα που πέφτουν οι δυνατές ομάδες, η υποτίμηση του αντιπάλου. Φυσικά, σε κάθε περίπτωση τραγωδίας, την ύβρη ακολουθεί η νέμεσις. Όλα έδειχναν καλά όταν στο ’46 ο Φριάκα έβαλε μπροστά τη Βραζιλία. Οι οπαδοί στις κερκίδες παραληρούσαν, η νίκη-θρίαμβος ήταν κοντά. Τότε, κατευθύνεται πρός τον Άγγλο διαιτητή ο αρχηγός της Σελέστε, ο Ομπντούλιο Βαρέλα. Ο Βαρέλα ήταν μαύρος, οικοδόμος στο επάγγελμα και πρωτοστάτης στη μεγάλη απεργία των ποδοσφαιριστών στην Ουρουγουάη την προηγούμενη χρονιά, με αίτημα την αναγνώριση του συνδικάτου τους από τα αφεντικά των συλλόγων τους. Ο Βαρέλα(ο οποίος έπαιζε στον αγώνα με πρησμένο αστράγαλο) ξεκινά να διαμαρτύρεται στο διαιτητή για οφσάιντ, ζητώντας ακόμα και μεταφραστή για να συννενοηθεί μαζί του. Με αυτό τον τρόπο, ηρέμησε την ομάδα του από το σόκ του γκόλ και έριξε το ρυθμό της κερκίδας και της ομάδας των Βραζιλιάνων. Το σχέδιο του Βαρέλα πέτυχε και στο ’66 ο Σκιαφίνο ισοφάρισε. Η τελική φάση της τραγωδίας παίχτηκε στο ’79. Ο Αλσίδες Γκίτζια μπήκε από τα δεξιά και νίκησε με δυνατό βολέ στην κλειστή γωνία τον τερματοφύλακα Μπαρμπόζα της Σελεσάο. Η ανατροπή είχε ολοκληρωθεί. Τα επόμενα 10 λεπτά πέρασαν χωρίς να αλλάξει κάτι και η Ουρουγουάη στέφθηκε ξανά παγκόσμια πρωταθλήτρια, βυθίζοντας στο πένθος ένα ολόκληρο έθνος, αφού τις επόμενες μέρες σημειώθηκαν περισσότερες από 200 αυτοκτονίες Βραζιλιάνων που δέν άντεξαν την απώλεια του τίτλου.
Ο Ομπντούλιο Βαρέλα, αρχηγός της Σελέστε στο μουντιάλ του 1950
Έκτοτε, η Ουρουγουάη δέν έχει ξανακατακτήσει τον παγκόσμιο τίτλο. Η επόμενη αξιοσημείωτη πορεία της ήρθε 40 ολόκληρα χρόνια μετα, στο Μεξικό, όπου και έφτασε μέχρι τα ημιτελικά, όπου η εκπληκτική Βραζιλία των Πελέ, Τοστάο, Ριβελίνο και Ζαϊρζίνιο τους κέρδισε 3-1, παίρνοντας την εκδίκησή της για την τραγωδία του Μαρακανά. Οι Ουρουγουανοί ηττήθηκαν στο μικρό τελικό από τη Δυτική Γερμανία με 1-0, μένοντας τελικά στην τέταρτη θέση του τουρνουά.
Την τέταρτη θέση επανακατάλαβε η ομάδα των Φορλάν, Σούαρεζ και Καβάνι στα γήπεδα της Νοτίου Αφρικής το 2010. Η καταπληκτική της πορεία ανακόπηκε στον ημιτελικό με την Ολλανδία, όπου ηττήθηκαν με 3-2. Μιά νέα ήττα από τη Γερμανία με 3-2 έφερε την Ουρουγουάη ξανά στην τέταρτη θέση, 4 δεκαετίες μετά το Μεξικό.
ΒΑΣΙΛΙΣΣΑ ΤΗΣ ΝΟΤΙΟΥ ΑΜΕΡΙΚΗΣ
Πλήν των επιτυχιών τους σε παγκόσμιο επίπεδο, οι Ουρουγουανοί μπορούν να λογίζονται ώς η πιό επιτυχημένη ομάδα σε κατακτήσεις κυπέλλων Νοτίου Αμερικής. Είτε με την παλιά του ονομασία ώς κύπελλο Νοτίου Αμερικής, είτε με το σημερινό όρο Copa America, η Σελέστε έχει φτάσει στην κατάκτηση του τίτλου 15 φορές, περισσότερες από όλες τις υπόλοιπες χώρες της Ηπείρου. Στέφθηκε πρωταθλήτρια το 1916, το 1917, το 1920, το 1923, το 1924, το 1926, το 1935, το 1942, το 1956, το 1959, το 1967, το 1983, το 1987, το 1995 και το 2011. Επίσης, μετρά και 6 δεύτερες θέσεις( 1919, 1927, 1939, 1941, 1989, 1999). Πέραν της κατάκτησης το 2011, μέσα στην έδρα της μισητής Αργεντινής, όπου και επικράτησε εύκολα της Παραγουάης στον τελικό με 3-0, στην ιστορία έμεινε και η κατάκτηση του τροπαίου το 1995, ώς διοργανώτρια απέναντι στη Βραζιλία που μόλις την προηγούμενη χρονιά είχε κατακτήσει το Μουντιάλ των Ηνωμένων Πολιτειών. Σε μία από τις τελευταίες χρονιές του μεγάλου Έντσο Φραντσεσκόλι (παίκτη πρότυπο του τεράστιου Ζινεντίν Ζιντάν, πρός τιμήν του οποίου ο Ζιζού ονόμασε Έντσο έναν από τους γιούς του), η Ουρουγουάη έκανε την έκπληξη και αφού ισοφάρισε με φάουλ του Μπενγκοετσέα το γκόλ του Τούλιο, πήρε το τρόπαιο στη διαδικασία των πέναλτι.
Ο Έντσο Φραντσεσκόλι
Στις διοργανώσεις της Νοτίου Αμερικής γιγαντώθηκε και το από αρχαιωτάτων χρόνων υπάρχον μίσος ανάμεσα στους Ουρουγουανούς και τούς Αργεντίνους. Είναι χαρακτηριστικό ότι οι δύο χώρες έχουν δώσει 12 τελικούς, με 10 από αυτούς να κερδίζονται από τους Ουρουγουανούς, δημιουργώντας μία πελατειακή σχέση με τους κάθε άλλο παρά λατρεμένους γείτονες!
Η ΔΥΝΑΜΗ ΤΩΝ ΙΝΔΙΑΝΩΝ
Παρ’όλα αυτά, δέν είναι οι τίτλοι(που δέν είναι και λίγοι) αυτοί που κάνουν την εθνική ομάδα ποδοσφαίρου της Ουρουγουάης τόσο ξεχωριστή. Αυτό που κάνει τη Σελέστε να διαφέρει από τις υπόλοιπες ομάδες, είναι ο τρόπος που αντιλαμβάνονται και αντιμετωπίζουν το ποδόσφαιρο. Κάθε μάτς για τους Ουρουγουανούς είναι και μιά μάχη την οποία πρέπει να κερδίσουν ή να πεθάνουν προσπαθώντας. Ο όρος Garra Charrua, που επέλεξα για τίτλο τούτου εδώ του αφιερώματος, είναι η φράση με την οποία άρχισε με τα χρόνια να περιγράφεται ο τρόπος παιχνιδιού των Ουρουγουανών. Το πρώτο συνθετικό σημαίνει δύναμη, το δεύτερο αναφέρεται στους Charrua, τους ιθαγενείς της περιοχής όπου χτίστηκε το Μοντεβιδέο, δίπλα στον ποταμό Πλάτα. Με το πέρασμα των χρόνων έγινε συνώνυμο και του εξαιρετικά σκληρού, έως και αντιαθλητικού παιχνιδιού της Σελέστε (πράγμα που δέ σας κρύβω, ήταν άλλος ένας από τους λόγους που αγάπησα αυτή την ομάδα, όποιος φοβάται στη μπάλα, ας κάτσει σπίτι του). Ένα χαρακτηριστικό που αποδεικνύει του λόγου το αληθές είναι και το στατιστικό της γρηγορότερης κόκκινης κάρτας σε παγκόσμιο κύπελλο, που φυσικά θα ήταν ιεροσυλία να μή το κατείχε Ουρουγουανός. Στο μουντιάλ του Μεξικού λοιπόν το 1986, στο παιχνίδι απέναντι στη Σκωτία, ο Μπατίστα αποβλήθηκε στο πρώτο λεπτό, κρατώντας ένα ρεκόρ που, ομολογουμένως, δύσκολα να σπάσει.
Είναι λοιπόν ιδιαίτερα μεγάλη η ιστορία της εθνικής ομάδας της Ουρουγουάης. Τί είναι αυτό όμως που τους κάνει τόσο επιτυχημένη σε ένα άθλημα μιά χώρα τόσο μικρή; Ο κορυφαίος συγγραφέας που ασχολήθηκε ποτέ τόσο πολύ με τον βασιλιά των σπόρ στα γραπτά του, ο Εντουάρντο Γκαλεάνο, αναφέρει: “Κάθε φορά που η εθνική ομάδα παίζει, ανεξάρτητα από το με ποιόν παίζει, το έθνος κρατά την ανάσα του. Πολιτικοί, τραγουδιστές και πλανώδιοι πωλητές κλείνουν το στόμα τους, οι εραστές σταματούν τα χάδια τους και οι μύγες σταματούν να πετούν’’. Αυτοί είναι οι Charrua που με συγκλόνισαν όλα αυτά τα χρόνια με την τρέλα τους για το ποδόσφαιρο και την παντοτινή τους άρνηση να χάσουν!
Ο “ζητιάνος του ποδοσφαίρου”, Εντουάρντο Γκαλεάνο
Μία Απάντηση
πολύ δυνατό αφιέρωμα και η φράση “όποιος φοβάται στη μπάλα, ας κάτσει σπίτι του” τα λέει όλα