Γυρνώντας σπίτι από μια δουλεία για να δω τον τελικό πέφτω πάνω στο εξής σκηνικό:
Ένας τύπος γύρω στα 40 με το γιο του προχωράνε στο δρόμο. Ο πατέρας προχωράει λίγο στραβωμένος, ενώ ο γιος του από δίπλα καταχαρούμενος με κασκόλ Juventus στο λαιμό.
Ακολουθεί ο εξής διάλογος:
Πατέρας: Τελικά ποιος είναι ο αγαπημένος σου ποδοσφαιριστής;
Γιος: Ο Μπουφόν
Πατέρας: Μα αυτός είναι γέρος.
Γιος: Δε με νοιάζει εμένα είναι ο αγαπημένος μου.
Ο πατέρας φαίνεται να στραβώνει ακόμα περισσότερο.
Πατέρας: Μα πώς γίνεται να μη σε αρέσει ο Κριστιάνο Ρονάλτο, ο Μέσσι, ο Νευμάρ; Τόσοι καλοί παίκτες και σένα σ’ αρέσει ο γέρος;
Γιος: (Απαντάει φωνάζοντας στραβωμένος) ΝΑΙ!!!!
Πατέρας και γιος συνεχίζουν να προχωράνε και οι 2 στραβωμένοι και οι δρόμοι μας χωρίζουν.
Μπουφόν ρε φίλε! Ο τελευταίος των Μοϊκανών μιας γενιάς ποδοσφαιριστών που λάτρεψα. Ένας άνθρωπος που αρνείται να γεράσει. Ένας άνθρωπος που σε μεγάλη ηλικία πολεμάει γενναία εναντίον του χρόνου ξέροντας ότι δεν πρόκειται να κερδίσει ποτέ. Ένας άνθρωπος που ακόμα κερδίζει οπαδούς και μάλιστα πιτσιρικάδες.
Σήμερα ασχέτως αν χάσει ή κερδίσει θα χει κάνει μια μικρή ακόμα νίκη, σε ένα πόλεμο που πρόκειται να χάσει, εναντίον του χρόνου.