Καλησπέρα σας φίλες και φίλοι! Ας μπούμε όλοι μαζί σε μια μηχανή του χρόνου και ας βρεθούμε στο 1912. Ωραία χρονιά… ναι και τότε η Ελλάδα σε πόλεμο ήταν, το Α’ Βαλκανικό συγκεκριμένα. Το 1912 η Οθωμανική αυτοκρατορία βρισκόταν σε μια φάση κατάρρευσης. Δεν ήταν απλώς ο “μεγάλος ασθενής” που λέγανε παλιότερα, ήταν ο “ετοιμοθάνατος ασθενής”. Η Ελλάδα, η Σερβία και η Βουλγαρία, λοιπόν, έχοντας πολλές εδαφικές διεκδικήσεις από τον ετοιμοθάνατο ασθενή συμμαχούν και επιτίθενται στα Οθωμανικά εδάφη σχεδόν ταυτόχρονα. Αρχίζει, που λέτε, για άλλη μια φορά ένας “ωραιότατος” κύκλος αίματος με το μετρητή θυμάτων να βαράει τιλτ (μιας και ο πόλεμος είναι κάτι πολύ ευγενές και τα προβλήματα λύνονται σα διαφωνίες σε καφενείο με λίγα ποτήρια τσίπουρο).
Ο Ελληνικός στρατός, φίλες και φίλοι, πήγαινε από νίκη σε νίκη (ανεξαρτήτως των απωλειών… αυτά για τα σχολικά βιβλία είναι μόνο αριθμοί… όχι άνθρωποι που λίγες μέρες πριν πίνανε τον καφέ τους αραχτοί) έχοντας ανακαταλάβει μεγάλες περιοχές της Θεσσαλίας και της Ηπείρου. Θα μπορούσαν να είναι όλα καλά; ΒΕΒΑΙΩΣ ΟΧΙ!!! Ο διάδοχος του θρόνου Κωστάκης και ο Βενιζέλος, που ανέκαθεν είχανε ένα love story, είχανε μια σοβαρή διαφωνία. Ο Κωστάκης ήθελε να πορευτεί προς το Μοναστήρι και ο Βενιζέλος προς τη Θεσσαλονίκη. Κράξιμο χοντρό έπεφτε στο Ελληνικό στρατόπεδο και την ίδια ώρα ο Βουλγαρικός στρατός, που ο ξενέρωτος δεν είχε κάποιο ανάλογο love story, βάδιζε προς τη Θεσσαλονίκη.
Η Θεσσαλονίκη εκείνη την περίοδο ήταν η φυσική πρωτεύουσα όλης της περιοχής της Μακεδονίας και ένα τεράστιο εμπορικό λιμάνι, καθώς και μια περιοχή μεγάλης στρατηγικής σημασίας. Ο πληθυσμός της αποτελείται από Έλληνες, Εβραίους, Τούρκους, Βούλγαρους, Αρμένιους κ.α. Η απελευθέρωση της, λοιπόν, δεν ήταν κάψα μόνο του Βενιζέλου αλλά και των περισσότερων Ελλήνων (και της Ελλάδας και των Οθωμανοκρατούμενων περιοχών)
Με τα πολλά ο Κωστάκης πείθεται, μετά τη μεσολάβηση του μπαμπάκα το βασιλιά Γεωργίου, και ο Ελληνικός στρατός φτάνει στις 26 Οκτωβρίου στη Θεσσαλονίκη. Πριν φτάσει στη Θεσσαλονίκη, προφανώς, είχε προηγηθεί η μάχη των Γιαννιτσών. Μια “ωραιότατη” χολιγουντιανή μάχη που έγινε υπό καταρρακτώδη βροχή και με μάχη σώμα με σώμα μέσα στις λάσπες (τύφλα να χει η διάσωση του στρατιώτη Ράιαν ένα πράμα). 438 ήταν οι νεκροί και 1785 οι τραυματίες και από τις δύο πλευρές σε αυτή την “έντονη διαφωνία”. (Αυτά για όσους νομίζουν ακόμα ότι ο πόλεμος είναι κάτι ευγενές και ηρωικό, 438 νεκροί φίλε μου…. δεν τους λες και λίγους….σα να εξαφανίζεται ξαφνικά από το χάρτη το Πευκοχώρι Χαλκιδικής. Ακόμα πιστεύεις ότι ο πόλεμος είναι καλός;)
Ο Χασάν Ταξίν πασάς έχοντας υποστεί μεγάλες απώλειες στα Γιαννιτσά δεν είχε άλλη επιλογή από το να παραδώσει τη Θεσσαλονίκη. Ο Ταξίν ζήτησε από τον Ελληνικό στρατό να του επιτραπεί να αποσυρθεί με το στρατό του και τον οπλισμό του στο Καραμπουρνού και να μείνει εκεί μέχρι το τέλος του πολέμου. Η απάντηση του Ελληνικού στρατηγείου πρέπει να ήταν κάτι σε στυλ “ΚΑΤΣΕ ΚΑΛΛΛΛΑΑΑΑΑ”.
Ο Ταξίν τελικά υπακούει στην πίεση των Ελλήνων να υποχωρήσει στα Τούρκικα εδάφη της Μ.Ασίας και υπογράφει πρωτόκολλο για την παράδοση της Θεσσαλονίκης. Το πρωτόκολλο ζητούσε από τον Ταξίν να παραδώσει στον Ελληνικό στρατό 26.000 Τούρκους στρατιώτες και αξιωματικούς ως αιχμαλώτους, 70 κανόνια, 30 πολυβόλα και 70.000 ντουφέκια (καλό κουμάσι και ο Ταξίν…μόνο την πάρτι του κοιτούσε).
Στις 27 Οκτωβρίου εισήλθαν στη Θεσσαλονίκη τα κομμάντα της εποχής (εύζωνοι) υψώνοντας την Ελληνική σημαία στο Διοικητήριο, ενώ τα υπόλοιπα φανταράκια πήραν αμυντικές θέσεις στο Χορτιάτη και σε άλλες περιοχές γύρω από την πόλη. Στις 28 Οκτωβρίου φτάνει στη Θεσσαλονίκη ο Κωστάκης και την ίδια ώρα και οι Βούλγαροι, που φάγανε την ξενέρα της ζωής τους μιας και θέλανε να καταλάβουν αυτοί πρώτοι τη Θεσσαλονίκη. Ο αρχηγός των Βουλγάρων Τεοντόροφ ζήτησε να εισέλθει στην πόλη και να αράξει μαζί με τα φανταράκια του αλλά ο Βενιζέλος τον έριξε Χ, ρίχνοντας έτσι το σπόρο για το Β’ Βαλκανικό πόλεμο και για μια νέα αιματοχυσία.
Στις 29 Οκτωβρίου ο βασιλιάς εισέρχεται και αυτός στη Θεσσαλονίκη επισημοποιώντας την απελευθέρωση της. Έτσι που λέτε φίλοι μου ξεκινάει μια νέα εποχή για τη Θεσσαλονίκη. Μια εποχή αμηχανίας και φόβου για τους Τούρκους κατοίκους, μια εποχή ξενέρας για τους Εβραίους κατοίκους (που ήθελαν τη διεθνοποίηση της Θεσσαλονίκης) και μια εποχή ενθουσιασμού για τους Έλληνες κατοίκους (που να ξέραν τι τους περίμενε….).