Εδώ μακριά στα ξένα, οι ειδήσεις για την πόλη μου φαντάζουν πολλαπλασιασμένες.
Έτσι χάρηκα για την αποκατάσταση της Ροτόντας και απόλαυσα την εικόνα που θα πρέπει να έδινε χθές το βράδυ, φωταγωγημένη και καθαρή, στίλβουσα μέσα στο πολυδύναμο κλέος της, με ανθρώπους να προσέρχονται και να τη χαίρονται εν ζωή και με τις αισθήσεις όλες τεταμένες. Όπως ακριβώς προσέρχεσαι σε μια ανακαινισμένη και θαυμαστή οικία.
Την στρογγυλή της κατατομή εκείνη τη θαύμαζα για χρόνια, όταν ακόμη από το παράθυρο του υπνοδωματίου μου άνοιγα το πρωί και το πρώτο φως άσπριζε πάνω στις ταλαιπωρημένες στέγες της. Στο πλακόστρωτο εκεί, γύρω απ’ τον περίβολο, έβγαιναν βόλτα τα παιδάκια και ήταν εύκολο να συνταιριάσεις ένα μεσημέρι Κυριακής με την όμορφη λιακάδα στο πάρκο που την ξεχώριζε απ’ την πολύβουη Αγίου Δημητρίου.
Οι καιροί άλλαξαν, φύγαμε από κει, χάσαμε το άσπρο φως του πρωινού και τη θαλερή κυριακάτικη ραστώνη. Οι μέρες κύλησαν περίεργες πάνω στο μνημείο και στις επιλογές των ανθρώπων – σκόρπισε λίγο λίγο η πλατεία και στα δύο άκρα της απέκτησε φοιτητικά στέκια και φτηνά μαγαζιά. Τα γεγονότα που ακολούθησαν την έκαναν ορχήστρα ενός πολύβουου θεάτρου διεκδίκησης: αν και γεμάτη η γειτονιά από λειτουργούσες εκκλησίες, οι παπάδες επέμεναν να διατηρήσει και αυτό το μνημείο ένα μόνο από τα ιστορικά του πρόσημα και να γίνει χριστιανικός ναός. Άλλη μερίδα του κόσμου, και μαζί και οι κατ’ εξοχήν και καθ’ ύλην αρμόδιοι για το μοναδικό αυτό κτίσμα, αντέδρασαν και εισέπραξαν όχι μόνο ύβρεις και απειλές, αλλά και προπηλακισμούς έργω από τους θεόπνευστους. Γεγονότα, που λίγο ως πολύ τα γνωρίζουν όλοι οι περιοικούντες και όχι μόνο….
Την εποχή εκείνη, στο στόχαστρο είχαν μπεί, φυσικά, οι δύο προϊστάμενες αρχές του τότε Υπουργείου Πολιτισμού που υποστήριζαν τον κοσμικό χαρακτήρα του μνημείου. Για την μία –τότε- προϊσταμένη, τα καλόπαιδα εκκλησιαστικώς εκδιδομένου εντύπου είχαν επιφυλάξει μια καρικατούρα ζοφερού και λερού ιπποπόταμου. Για την δεύτερη, η οποία βίωνε κατά την εποχή εκείνη μία προσωπική περιπέτεια υγείας, είχε διατυπωθεί από άμβωνος ότι «ο Θεός βλέπει, και τιμωρεί». Σύμφωνα με την απόλυτη χριστιανική αγάπη πάντα.
Και κάτι ακόμη: στον ιδιαίτερο αυτό χώρο, σώθηκαν και συντηρήθηκαν τα ψηφιδωτά που, κατά την χριστιανική της περίοδο, είχαν κοσμήσει τον θόλο. Μάρτυρες σε νεανικό σφρίγος, σε χωριστούς οίκους κατά παράταξη, με πλήρη καταγραφή ονομάτων, ημέρας τίμησής τους και ιδιότητάς τους κατά το διάστημα της ζωής τους, που πιθανόν και να μην υπήρξαν χριστιανοί. Και μόνο αυτό το στοιχείο θα έπρεπε να σκεφτεί κανείς ότι επιχειρεί, στον 5ο μεταχριστιανικό αιώνα, να άρει την αποκλειστική, εξαντλητική και αδηφάγο στοίχιση στην θρησκευτική του ιδιότητα.
Το χθεσινό βράδυ ίσως να είναι λοιπόν η δικαίωση όχι τόσο στο πρόσωπο του εν πολλοίς επώνυμου άγιου, του ξανθού μάρτυρα με την στρατιωτική ιδιότητα, αλλά κυρίως εκείνου του καστανομάλλη νέου από την Αντιόχεια, που λίγο πριν γίνει χριστιανός για να βοηθήσει τον φίλο του που κινδύνευε, ήταν ο ονομαστός καλλιτέχνης που μάγευε τα πλήθη με την ωραία τέχνη του και διατήρησε έτσι στο διηνεκές την προσωνυμία «χοραύλης», όπως μας δείχνει η επιγραφή του λίγους οίκους πιο πέρα, στη σειρά των μαρτύρων. Φιλήμων Χοραύλης, μηνί Μαρτίω 8.